Γ1. 7
ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΣΕ ΕΠΑΝΕΓΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΑΡΘΟΠΛΑΣΤΙΚΩΝ ΙΣΧΙΟΥ ΣΤΗ ΡΕΥΜΑΤΟΕΙΔΗ ΑΡΘΡΙΤΙΔΑ
Α. Χριστοδούλου, Π. Γκιβίσης, Χ. Δημητρίου, Π. Συμεωνίδης
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Ορθοπαιδική 2:2 122-125 1989
Περιγράφεται η περίπτωση μίας ασθενούς 56 ετών με ρευματοειδή, πολυαρθρίτιδα, η oπoία είχε υποβληθεί σε αντικατάσταση δύο ολικών αρθροπλαστικών (τύπου Mckee Farrar) και των δυο ισχίων της το 1970 με ικανοποιητικό αποτέλεσμα μέχρι το 1983. H μηχανική αποτυχία στο ένα ισχίο και η χαμηλής εντάσεως φλεγμονή στο άλλο ισχίο κατέστησαν την ασθενή προοδευτικά εντελώς ανάπηρη. Οι εμφανείς αλλά και οι προβλεπόμενες κατά την εγχείρηση τεράστιες τεχνικές δυσκολίες βράδυναν κατά πολύ την επανεγχείρηση της. Τελικά αποτολμήθηκε η επανεγχείρηση και των δυο ισχίων της σε δυο χρόνους. Οι μεγάλες δυσκολίες που οφείλονται στην οστεοπόρωση, στην αρθροκατάδυση των τεχνητών ισχίων με τα συνοδά κατάγματα του πυθμένα της κοτύλης τα προβλήματα ευθραστότητας του μηριαίου και γενικότερα τα προβλήματα της ελάττωσης της οστικής μάζας αντιμετωπίσθηκαν με τη χρησιμοποίηση οστικών μοσχευμάτων, ενισχυτικών δακτυλίων κοτύλης και συρμάτινων βρόγχων με αποτέλεσμα η ασθενής να είναι σε θέση να αυτοεξυπηρετείται και πάλι.
Γ1. 8
ΕΛΕΓΧΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΥ ΣΕ ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΙΔΙΟΠΑΘΗ ΣΚΟΛΙΩΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΥΣΤΑΓΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΙ ΝΕΥΡΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ
Γ.Καπετάνος, Π.Γκιβίσης, Α.Χριστοδούλου, Μ.Τσαλιγόπουλος,
Φ.Παππά, Π.Συμεωνίδης
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΟΡΘΟΠΑΙΔΙΚΗ 3, 1:26-29, 1990
Στην αξιόλογη αυτή εργασία οι συγγραφείς αναφέρονται σε 21 παιδιά, ηλικίας από 11 έως 17 χρόνων μέ σαφή (>20°) εξελισσόμενη ιδιοπαθή σκολίωση. Εξετάσθηκε η λειτουργία του λαβύρινθου μέ ηλεκτρονυσταγμογραφική καί νευρολογική μελέτη στην προσπάθεια νά διερευνηθεί οποιαδήποτε αιτιοπαθογενετική συσχέτιση της αιθουσαίας διαταραχής σε παιδιά μέ ιδιοπαθή σκολίωση. Ο αυτόματος νυσταγμός που βρέθηκε σε 7 παιδιά (34%) από τον Νευρολόγο δεν επιβεβαιώθηκε εργαστηριακά από τον Ωτορινολαρυγγολόγο καί μόνο σε 3 περιπτώσεις συσχετίσθηκε μέ την μορφή της σκολιωτικής καμπύλης. Είναι προφανής η ανάγκη για περαιτέρω μελέτη του θέματος καί σύγκριση μέ δείγμα υγιών παιδιών.
Γ1. 9
ΠΡΟΣΠΕΛΑΣΕΙΣ ΙΣΧΙΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΕΧΓΕΙΡΗΤΚΗ ΑΙΜΟΡΡΑΓΙΑ
Α. Χριστοδούλου, Π. Γκιβίσης, Γ. Γιάντσης, Χ. Δημητρίου, Φ. Σαϊέχ, Π. Συμεωνίδης
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «ΟΡΘΟΠΑΙΔΙΚΗ», 3,1: 16-19, 1990.
Ανακοινώθηκε στο Διήμερο Ορθοπαιδικό Συνέδριο
Πάφος, Κύπρος 21-22 Οκτωβρίου 1989
Μελετήθηκαν 135 ασθενείς, 49 άνδρες και 86 γυναίκες ηλικίας 45 έως 82 ετών, οι οποίοι υποβλήθηκαν σε εγχειρήσεις της περιοχής του ισχίου και του μηριαίου για διάφορες παθήσεις, από το 1987 έως το 1989. Οι προσπελάσεις που χρησιμοποιήθηκαν ήταν τρεις: η Watson-Jones σε 57 ασθενείς, η έξω πλάγια του μηριαίου (lateral) σε 53 ασθενείς και η Southern σε 25 ασθενείς. Σκοπός της εργασίας ήταν να συσχετισθεί η μετεγχειρητική αιμορραγία, όπως αυτή εμφανίζεται στο σύστημα παροχέτευσης (Suction Drain) με το είδος της προσπέλασης. Εφαρμόσθηκε στους εν τω βάθει ιστούς όλων των ασθενών μια παροχέτευση κενού, η οποία λειτούργησε αμέσως μετά τη συρραφή του εγχειρητικού τραύματος και διατηρήθηκε επί 48 ώρες. Βρέθηκε ότι ο μέσος όρος απώλειας αίματος μετά την προσπέλαση Watson-Jones ήταν 48 cm3 (200-1300), μετά την έξω πλάγια προσπέλαση του μηριαίου 260 cm3 (100-1000) και μετά την Southern 255 cm3 (100-450). Φαίνεται λοιπόν ότι η προσπέλαση Watson-Jones προκαλεί μεγαλύτερη μετεγχειρητική αιμορραγία και πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψιν όταν πρόκειται να εφαρμοσθεί σε αναιμικούς ασθενείς ή σε ασθενείς με σπάνια ομάδα αίματος και να προγραμματίζεται εγκαίρως ο σταθμός αιμοδοσίας για τις απαιτούμενες ανάγκες.
Γ1. 10
ΟΙ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΚΡΕΑΤΙΝΟ-ΦΩΣΦΟΚΙΑΝΑΣΗΣ (CPK) ΣΤΙΣ ΟΡΘΟΠΑΙΔΙΚΕΣ ΕΓΧΕΙΡΗΣΕΙΣ
Χ. Δημητρίου, Π. Γκιβίσης, Φ. Σάιεχ, Γ. Καπετάνος, Α. Παπαϊωάννου, Α. Τσιταμίδου, Ν. Χαμουρατίδης, Π. Συμεωνίδης
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ορθοπαιδική 4,2:102- 109 1992
Ανακοίνωση στο Εαρινό Κοινό Συνέδριο της Ε.Ε.Χ.Ο.Τ.-
Βρετανικής Ορθοπαιδικής Εταιρείας. Ρόδος, Μάιος 1989.
Σκοπός της εργασίας αυτής που αποτελεί μια πρώτη διεθνή προσέγγιση του θέματος είναι: 1) η εκτίμηση της βλάβης των σκελετικών μυών, με την μέτρηση των μεταβολών της CPK στο πρώτο μετεγχειρητικό 48ωρο μετά από διαφορετικές ορθοπαιδικές εγχειρήσεις, 2) ο συσχετισμός των τιμών CPK με τυχόν σοβαρές μετεγχειρητικές επιπλοκές.
Βάσει πρωτοκόλλου μελετήθηκαν 74 ασθενείς που χειρουργήθηκαν στη Κλινική μας το 1ο εξάμηνο του 88 για διάφορες ορθοπαιδικές παθήσεις. Οι μετρήσεις της CPK γινόταν από 8 δείγματα αίματος πριν και μετά από κάθε εγχείρηση και η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε ήταν ο ηλεκτροφορητικός διαχωρισμός των ισοενζύμων. Από την μελέτη 600 περίπου δειγμάτων αίματος φαίνεται ότι η CPK αυξάνεται στατιστικώς σημαντικά το 1ο εγχειρητικό 48ωρο και η αύξηση αυτή έχει σχέση με την βαρύτητα της εγχειρήσεως και την διάρκειά της. Επίσης το ορθοπαιδικό τσιμέντο αυξάνει την έκλυση της CPK, ενώ η ύπαρξη ισχαίμου περιδέσεως δεν την επηρεάζει σημαντικά. Ενδιαφέρον είναι ότι πολύ υψηλές τιμές CPK παρουσιάσθηκαν πριν
Συμπερασματικά πιστεύουμε ότι οι μεταβολές της CPK θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως από την εμφάνιση μαζικής πνευμονικής εμβολής.δείκτης της έκτασης της μυϊκής βλάβης στις ορθοπαιδικές εγχειρήσεις, όπως επίσης ότι οι υπερβολικά υψηλές τιμές της, ως προγνωστικό σημείο μετεγχειρητικής επιπλοκής π.χ. εμβολής.
Γ1. 11
ΠΑΓΙΔΕΥΣΗ ΠΕΡΙΦΕΡΙΚΟΥ ΝΕΥΡΟΥ ΣΕ ΟΣΤΙΚΟ ΠΩΡΟ.
Π.Γκιβίσης.
Διδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη 1992
Με σκοπό να ερευνηθεί η επίδραση του αναπτυσσόμενου και ώριμου πώρου σε παγιδευμένο περιφερικό νεύρο, προκλήθηκε χειρουργικά σε 12 πειραματόζωα (κουνέλια) διπολικό κάταγμα 2 εκ. του ΔΕ μηριαίου, αφαίρεση του οστικού δίπολου, περιέλιξη του ισχιακού νεύρου επί της περιοχής του κατάγματος και οστεοσύνθεση με ενδομυελική βελόνη Kirschner. H πώρωση των καταγμάτων υπήρξε πλήρης και το ισχιακό νεύρο εγκλείστηκε επιτυχώς μέσα στον οστικό πώρο. Η λειτουργικότητα του ισχιακού νεύρου εκτιμήθηκε κλινικά και ηλεκτρομυογραφικά, ενώ με την ιστολογική εξέταση των παρασκευασμάτων μελετήθηκε η επίδραση του αναπτυσσόμενου και ώριμου πώρου επί του νεύρου με τη διαίρεση των πειραματοζώων σε 4 ομάδες. Η θυσία τους έγινε στις 3,6,9 και 16 εβδομάδες.
Επίσης σε 4 ομάδες πειραματοζώων που αποτέλεσαν τους οδηγούς, μελετήθηκε η ηλεκτροφυσιολογική και ιστολογική συμπεριφορά του ισχιακού νεύρου μετά από : α) τμηματική απαγγείωση με ή χωρίς ακινητοποίηση του σύστοιχου σκέλους, β) τμηματική απαγγείωση και έλξη ή πίεση και γ) διατομή και αφαίρεση 1 εκ. από το νευρικό στέλεχος.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι σε καμία από τις 4 κύριες ομάδες ο πώρος δεν πίεζε το νεύρο και μάλιστα αναπτυσσόταν πάντα σε κάποια απόσταση από αυτό.
Οι βλάβες που παρατηρήθηκαν ιστολογικά στα νεύρα ήταν κυρίως ισχαιμικού τύπου, με μεγάλου βαθμού αξονοπάθεια, λιγότερο μυελινοπάθεια ενώ σε αρκετά υπήρχε εκσεσημασμένη πάχυνση (ίνωση) των περιβλημάτων. Σε όλα τα νεύρα παρατηρήθηκαν στοιχεία βελτίωσης της λειτουργικότητας, κάτι που επιβεβαιώθηκε και ηλεκτροφυσιολογικά. Διατυπώθηκε ως πιθανή η θεωρία της ηλεκτρικής αντίστασης των νεύρων στον περικλείοντα πώρο, με δεδομένη την ηλεκτροαρνητικότητα των οστών στην περιοχή του κατάγματος και με προϋπόθεση την επαναλειτουργία του νεύρου, το οποίο πρέπει να είναι ανατομικά ακέραιο, ούτως ώστε η μετάδοση των ώσεων με την αναστροφή της πόλωσης της μεμβράνης που προκαλεί, να «απωθεί» τον πώρο.
H κλινική σημασία του πειράματος είναι ότι ενισχύει την άποψη της καθυστερημένης διερεύνησης ενός ακεραίου αλλά μη λειτουργούντος προσωρινά νεύρου, διότι ο οστικός πώρος που τυχόν θα αναπτυχθεί γύρω του δεν το επηρεάζει, άρα η επαναλειτουργία του γίνεται πιο πιθανή.
Γ1. 12
ΣΥΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΣΥΓΚΡΑΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΟΣΤΕΟΤΟΜΙΑΣ WILSON ΣΤΟ ΒΛΑΙΣΟ ΜΕΓΑ ΔΑΚΤΥΛΟ ΜΕ ΕΝΔΟΜΥΕΛΙΚΗ ΒΕΛΟΝΑ KIRSCHNER Η ΒΙΔΕΣ ΦΛΟΙΟΥ.
Π.Συμεωνίδης, Γ. Γιάντσης, Π.Γκιβίσης, Ε.Καλύβας, Ι.Χριστοφορίδης, Γ.Πετσατώδης
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΟΡΘΟΠΑΙΔΙΚΗ 5,1: 20-24 1992
Γίνεται συγκριτική μελέτη μεταξύ δύο τεχνικών συγκράτησης της οστεοτομίας Wilson στο βλαισό μέγα δάκτυλο. Στο διάστημα 1984-1991 έγιναν 31 οστεοτομίες Wilson σε 18 ασθενείς με μέση ηλικία 40 χρόνια. Σε 16 περιπτώσεις η συγκράτηση έγινε με ενδομυελική βελόνα Kirschner και σε 15 με μια ή δύο βίδες 3,5 mm. Και στις δύο ομάδες ακολουθήθηκε η ίδια μετεγχειρητική τακτική και έγινα οι ίδιες μετρήσεις προεγχειρητικά και μετεγχειρητικά. Μετρήθηκαν α) η γωνία μεταξύ 1ου μεταταρσίου και 1ης φάλαγγας του δακτύλου, β) η γωνία μεταξύ 1ου και 2ου μεταταρσίου, και γ) η γωνία μεταξύ του 1ου μεταταρσίου και σφηνοειδούς. Η διόρθωση των γωνιών ήταν ικανοποιητική και στις δύο ομάδες με ελαφρά υπεροχή της ομάδας με την βίδα. Όλες οι οστεοτομίες πωρώθηκαν μεταξύ 6ης – 8ης εβδομάδας. Στην ομάδα με τη βελόνα εμφανίσθηκαν 4 περιπτώσεις με δύσκαμπτο δάκτυλο. Η μετεγχειρητική βράχυνση του 1ου μεταταρσίου ήταν 6 mm στην ομάδα με την βελόνα και 5 mm στην ομάδα με την βίδα. Τα τελικά αποτελέσματα με την βελόνα ήταν 62% άριστα, 6% μέτρια και 32% πτωχά και στην ομάδα με την βίδα, 68% άριστα, 26% καλά και 6% μέτρια. Η μελέτη των περιπτώσεών μας δείχνει ότι η οστεοτομία Wilson είναι μια πολύ αποτελεσματική μέθοδος για την διόρθωση του βλαστού μεγάλου δακτύλου και η συγκράτησή της με μία ή δύο βίδες 3,5 mm εμφανίζει αρκετά πλεονεκτήματα.
Γ1. 13
ΤΡΑΥΜΑΤΙΚΗ ΑΠΟΚΟΛΛΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΤΑΦΥΤΙΚΟΥ ΤΕΝΟΝΤΑ ΤΟΥ
ΔΙΚΕΦΑΛΟΥ ΒΡΑΧΙΟΝΙΟΥ ΜΥΟΣ.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ
Π.Γκιβίσης, Γ.Καπετάνος, Γ.Γιάντσης, Α.Χριστοδούλου,
Π.Συμεωνίδης
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΟΡΘΟΠΑΙΔΙΚΗ 5,1:59-62 1992
Περιγράφεται η περίπτωση αποκόλλησης του καταφυτικού τένοντα του δικεφάλου βραχιονίου μυός σε άνδρα ηλικίας 49 ετών που προήλθε μετά από ανύψωση πολύ μεγάλου βάρους. Προτιμήθηκε ως μέθοδος θεραπείας η χειρουργική καθήλωση του τένοντα στον πρόσθιο βραχιονίου μύος. Ο ασθενής είχε πλήρη αποκατάσταση στον ένα χρόνο παρακολούθησης. Γίνεται αναφορά στις υπάρχουσες εναλλακτικές λύσεις.